Friday, 26 December 2014

ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Λίγο πριν το ρολόι χτυπήσει μεσάνυχτα...
Η Ιόλη είναι ξύπνια στο κρεβάτι της. Φυσικά όταν άνοιξε η μητέρα της την πόρτα πριν από λίγη ώρα να τη δει γύρισε στο πλευρό της και έκλεισε τα μάτια για να νομίσει ότι κοιμόταν. Μόλις η πόρτα έκλεισε ξανά και ήταν σίγουρη πως όλοι είχαν πέσει για ύπνο, είχε σηκωθεί και είχε τραβήξει λίγο την κουρτίνα του παραθύρου της, ίσα για να φαίνεται έξω ο πεντακάθαρος, γεμάτος αστέρια ουρανός.
"Φέτος είμαι σίγουρη πως θα σε δω, Άγιε Βασίλη". Ψιθύρισε μόνη της. Τα μάτια της έμειναν καρφωμένα στον ουρανό και τα αφτιά της τεντωμένα για να ακούσει τα καμπανάκια από το έλκηθρο. Πέρασε αρκετή ώρα από τότε, ώσπου κάποια στιγμή ο ουρανός έξω από το σπίτι της φωτίστηκε με χιλιάδες χρώματα και μια βροχή από χρυσόσκονη άρχισε να πέφτει! Η Ιόλη δεν το πίστευε! Θα έβλεπε επιτέλους τον Άγιο Βασίλη! Ήξερε, όμως, πως δεν έπρεπε να την καταλάβει εκείνος, αλλιώς θα εξαφανιζόταν αμέσως! Έτσι, σηκώθηκε βιαστικά από το κρεβάτι της και, πατώντας στις μύτες των ποδιών της, κατέβηκε τη σκάλα που οδηγούσε στο σαλόνι, όπου ήταν στολισμένο και κατάφωτο το χριστουγεννιάτικο δέντρο. Αυτό όμως που βρήκε η Ιόλη, ήταν κάτι πολύ διαφορετικό από αυτό που περίμενε να δει!
Μικρά πράσινα πλασματάκια ήταν παντού μέσα στο σαλόνι της! Επάνω στα έπιπλα, μέσα στο πιάτο με τα μελομακάρονα, άλλο τίναζε την άχνη από τους κουραμπιέδες, άλλο προσπαθούσε να βγάλει το αστέρι από την κορυφή του δέντρου, ένα άλλο άνοιγε τα δώρα και την τελευταία στιγμή είδε μια μικρή ομάδα άλλων να μπαίνουν τρέχοντας σαν αστραπή μέσα στην κουζίνα! "Τι είστε εσείς;" τους φώναξε θυμωμένη και μια φανερή απογοήτευση είχε ζωγραφιστεί στο πρόσωπό της! "Που είναι ο Άγιος Βασίλης; Τι του κάνατε;" απαίτησε να μάθει.
Τα πλασματάκια έμειναν ακίνητα εκεί που βρίσκονταν και κοιτάχτηκαν μεταξύ τους. Στη συνέχεια, ξέσπασαν σε δυνατά γέλια! "Ο Άγιος Βασίλης; Περίμενες τον Άγιο Βασίλη; ΑΧΑΧΑΧΧΑΧΑ!" της είπε ένα από αυτά. Τότε, τα ματάκια της βούρκωσαν και ψιθύρισε "Νόμιζα πως αυτή τη χρονιά θα ερχόταν και σε μένα." Τα πλασματάκια όμως δεν την έδωσαν καμία σημασία, παρά μόνο συνέχισαν να κάνουν ζαβολιές και να ξεστολίζουν το δέντρο. "Τουλάχιστον θα μου πείτε τι είστε εσείς; Από ότι καταλαβαίνω, σίγουρα δεν είστε ξωτικά! Και σίγουρα δεν ήρθατε για να φέρετε δώρα".
Εκείνη τη στιγμή όμως, όλα σταμάτησαν για να την κοιτάξουν. Ακόμη και αυτά που είχαν πάει στην κουζίνα και ο Θεός ξέρει τι έκαναν εκεί μέσα βγήκαν και άρχισαν όλα μαζί να έρχονται κοντά της, με ένα βλέμμα απορίας. Όλα άρχισαν να ψιθυρίζουν μεταξύ τους "Ρώτησε ποιοι είμαστε! Νοιάστηκε κάποιος για το ποιοι είμαστε; Και δεν πήρε τη σκούπα να μας πετάξει από το σπίτι. Δεν ξέρει! Δεν ξέρει!" Οι φωνούλες τους είχαν απλωθεί σαν σούσουρο και η Ιόλη τους ρώτησε ξανά. "Ποιοι είστε, όμως; Γιατί δεν μου λέτε; Τι θέλετε εδώ;"
Το πράσινο πλασματάκι που της είχε μιλήσει και πριν, της έκανε νόημα να καθίσει στον καναπέ. Εκείνη το έκανε και όλα τα πράσινα πλασματάκια εκτός από εκείνο που θα της εξηγούσε κάθισαν επάνω στο χαλί, σαν να ήταν έτοιμα να ακούσουν μια ιστορία της γιαγιάς! Και τότε, η αφήγηση ξεκίνησε:
"Έχεις ακούσει ποτέ μικρή μου, για τους καλικάντζαρους;" τη ρώτησε. "Όχι", του απάντησε εκείνη. "Τότε, άκου την ιστορία μας. Κάποτε, ήμασταν κι εμείς πλάσματα της γης και ζούσαμε μέσα στα δάση. Λατρεύαμε να φτιάχνουμε τα σπίτια μας μέσα στα δέντρα που υπήρχαν κοντά στις λίμνες, γιατί κι εμείς τρώμε ότι και τα ψαράκια των λιμνών. Ζούσαμε μια υπέροχη ζωή και νοικοκυρεμένη εδώ πάνω. Κάθε Χριστούγεννα ανταμώναμε με τις νεράιδες των δασών και των νερόμυλων και στήναμε γλέντια τρικούβερτα! Να δεις χορούς και μουσικές! Και γλυκά που έφτιαχναν εκείνες, με μέλι από το νέκταρ των λουλουδιών! Αχ τα γλυκά! Η ατυχία μας όμως, είναι ότι δεν είμαστε και οι πιο όμορφοι σε όλη τη φύση. Έτσι, μια μέρα, στα αρχαία χρόνια, ήρθαν άνθρωποι να χτίσουν τα σπίτια τους κοντά σε μια από τις λίμνες που ζούσε ο λαός μας! Και σαν μας είδαν πήραν μια τρομάρα.... Τί να σου λέω. Ούρλιαζαν, μας χτυπούσαν, μας πέταγαν από τα δέντρα μας από την τρομάρα τους! Η είδηση για εμάς διαδόθηκε από στόμα σε στόμα γρήγορα και δεν άργησαν να μας ξετρυπώσουν όλους και να μας πετάξουν να ζήσουμε στα έγκατα της γης! Μας πήρε εκατοντάδες χρόνια για να βρούμε ένα σωστό τρόπο να ζούμε εκεί κάτω. Και ξέρεις, ο κόσμος ακριβώς κάτω από εσάς δεν διαφέρει και τόσο πολύ από τον εδώ! Είναι μόνο πολύ πιο σκοτεινά. Έπειτα, αποφασίσαμε να εκδικηθούμε τον άνθρωπο και μόλις ανακαλύψαμε το δέντρο που κρατάει τη Γη στη θέση της, αποφασίσαμε να το πριονίσουμε, για να πέσει ο Άνθρωπος κάτω και να ανέβουμε επάνω ξανά εμείς. Το προσπαθούμε κάθε χρόνο, όμως κάθε Χριστούγεννα ανεβαίνουμε στο έδαφος για να ξαναβρούμε τις νεράιδες και μόλις επιστρέψουμε το δέντρο είναι πάλι γερό! Έτσι, αφού δεν τα έχουμε καταφέρει έως τώρα, περιοριζόμαστε σε σκανταλιές και ξεστολίσματα και στα σπίτια που μπαίνουμε τρώμε και τα γλυκά! Γιατί τον Άγιο Βασίλη όλοι τον ποτίζουν γάλα και τον ταίζουν κουλούρια και για εμάς ούτε έξω από την πόρτα δεν αφήνουν ένα μελομακάρονο. Τόσα χρόνια όλοι οι άνθρωποι μας μισούν, όμως κανείς δε ρώτησε τι είμαστε. Κανείς δε νοιάστηκε μέσα σε όλα αυτά τα χιλιάδες χρόνια. Μόνο εσύ! Για αυτό και σου λέω την ιστορία μας!"
Όλοι ήταν σιωπηλοί όταν σταμάτησε να μιλάει ο καλικάντζαρος και μια βαθιά μελαγχολία τους χρωμάτιζε όλους. Η Ιόλη σκεφτόταν. Γύρισε και τον κοίταξε τότε και του είπε: "Εάν μου υποσχεθείς να μαζέψετε το σπίτι όπως ήταν, για να μη φωνάζει η μαμά μου το πρωί, θα σας δώσω όσα γλυκά θέλετε και σας υπόσχομαι, πως την ιστορία σας θα την πω σε όλους και θα διαδοθεί σε κάθε σπίτι, σε όλο τον κόσμο!" Ο καλικάντζαρος σκέφτηκε για λίγο. "Εντάξει", είπε "στρατιώτες, ώρα για δουλειά! Θα κάνουμε αυτό το σπίτι υπέροχο!" Όλοι σηκώθηκαν και σε λίγα λεπτά, το σπίτι ήταν καλύτερο από πριν! Η Ιόλη κράτησε την υπόσχεσή της και τους έδωσε μια μεγάλη σακούλα γεμάτη μελομακάρονα, κουραμπιέδες και μπισκότα από πιπερόριζα! Έδωσε ένα γλυκό φιλί στον καινούριο της φίλο και εκείνος από πράσινος έγινε... κόκκινος. "Αγάπη" είπε συγκινημένος! "Πόσα χρόνια έχουμε να την εισπράξουμε" Και με απόλυτη ησυχία έφυγαν και μετατράπηκαν πάλι σε βροχή χρυσόσκονης που γέμισε το χιονισμένο δρόμο.
Τα χρόνια πέρασαν και η Ιόλη δε σταμάτησε να λέει την ιστορία που είχε ακούσει σε όλα τα παιδιά που γνώριζε. Μόνο στα παιδιά, γιατί οι μεγάλοι είχαν πια χάσει τη μαγεία. Και τα παιδιά την έλεγαν σε άλλα, και τα άλλα σε άλλα..... Και έτσι η ιστορία των καλικάντζαρων μαθεύτηκε σε κάθε σπιτικό, σε κάθε χώρα, σε κάθε παιδί. Και κάθε βράδυ Χριστουγέννων, δίπλα από τα κεράσματα για τον άγιο Βασίλη, τα παιδιά βάζουν και ένα δεύτερο πιατάκι με γλυκά και λιχουδιές... για τους "νυχτερινούς επισκέπτες", που μπερδεύει τους γονείς, αλλά που ποτέ δε ρωτούν για εξηγήσεις! Και αν ποτέ βρεθείτε σε κανένα δάσος τα Χριστούγεννα, μην παραξενευτείτε αν ακούσετε τραγούδια και δείτε λαμπυρίσματα ανάμεσα στα δέντρα. Θα είναι οι φίλοι μας, μαζί με τις νεράιδες τους, που βρίσκονται ξανά....
Χαρούμενα Χριστούγεννα και Καλή Πρωτοχρονιά!!!
hqdefault

No comments:

Post a Comment

Comments are wecome